Καθαρή ιδιωτικοποίηση- δημοπράστηση προμηθειών και αναθέσεων



Πρέπει να γίνει μια διάκριση μεταξύ της καθαρής ιδιωτικοποίησης, στην οποία  η κυβερνητική οντότητα πουλά (ή διαφορετικά αποδεσμεύει) μια υπηρεσιακή μονάδα στον ιδιωτικό τομέα (όπως τότε που, καθώς λέγεται, η κυβέρνηση της Θάτσερ στην Βρετανία ξεφορτώθηκε πουλώντας τις κρατικής ιδιοκτησίας εγκαταστάσεις της British Telecom σε ιδιώτες επενδυτές, και η BT έγινε μια εταιρία εξ ολοκλήρου ιδιόκτητη από επενδυτές, που έχει τεθεί υπό διαπραγμάτευση στο Χρηματιστήριο Αξιών του Λονδίνου) και ανταγωνιστικής πρόσκληση (διακήρυξη) για παροχή  υπηρεσίας, σ την  οποία η κυβερνητική οντότητα ζητά να προμηθευτεί μια υπηρεσία από ανταγωνιστές της αγοράς, προκηρύσσοντας διαγωνισμό (στον οποίο συμμετέχει και τα αντίστοιχο Δημοτικό τμήμα),     Το τελευταίο εξακολουθεί να εμπλέκει την κρατική διαχείριση και εποπτεία, αλλά είναι τουλάχιστον μια βελτίωση από την παροχή μιας υπηρεσίας από την κρατικά ή ελεγχόμενα μονοπώλια. Παρακάτω αναλύεται η περίπτωση της Ινδιανόπολης: 75 υπηρεσιακές μονάδες επηρεάστηκαν από την «ιδιωτικοποιητική» πίεση, αξιοποιώντας αυτόν το όρο προκειμένου να αναλάβουν ανταγωνιστικά συμβόλαια και αναθέσεις,  ενώ σε όποιες η ιδιωτική εταιρεία κέρδιζε τον διαγωνισμό για την παρεχόμενη υπηρεσία, απορροφούσε το προσωπικό του Δήμου στις δικές της επιχειρήσεις. Έτσι η Ινδιανάπολη μείωσε τους Δημοτικούς Υπαλλήλους που αριθμούσαν από 4,600 σε 3400 μεταξύ 1992 και 2000. Στις λιγότερες περιπτώσεις που η δημοτική επιχειρησιακή μονάδα νικούσε την ιδιωτική επιχείρηση σε ανοικτό διαγωνισμό, «διατηρήθηκε» η επιχείρηση, αλλά το ανταγωνιστικό μαστίγιο της προόδου προσπόρισε μετά την σύμβαση κέρδη παραγωγικότητας στην επιχειρησιακή μονάδα. Αυτές οι μονάδες κατέστησαν ικανές να πουλήσουν υπηρεσίες σε άλλες οντότητες η ΟΤΑ, ώστε να μετατραπούν σε κέντρα εισοδήματος με τους υπαλλήλους να απολαμβάνουν bonus παραγωγικότητας βασιζόμενα στην απόδοση της μονάδος.  Ξεκάθαρα, ανταγωνιστικές συμβάσεις και αναθέσεις περιέχουν ακόμη κυβερνητικό έλεγχο πάνω σε πόρους που ταιριάζουν καλύτερα στον ιδιωτικό τομέα. (γιατί, για παράδειγμα, θα έπρεπε τα γήπεδα γκόλφ να αποτελούν Δημοτική ιδιοκτησία;) Παρόλα αυτά, η στρατηγική για την συρρίκνωση της Δημοτικής διακυβέρνησης και των φορολογικών βαρών στην Ινδιανάπολη είναι ισοδύναμη με την ΝΕΠ του Λένιν το 1921: Ο Λένιν  έλαβε  μέτρα αγοράς και προσωπικής ιδιοκτησίας και παραγωγής για την άνθιση μετά το 1921, προτάσσοντας ότι οι συνθήκες επιτρέπουν να εισαχθεί ο σοσιαλισμός μόνον «βήμα προς βήμα». Όπου είναι δυνατόν, η Ινδιανάπολη ιδιωτικοποίησε πλήρως, ένω σε άλλες περιπτώσεις το σπάσιμο του de facto κρατικού μονοπωλίου παροχής υπηρεσιών, μέσω ανταγωνιστικών συμβολαίων και αναθέσεων, δημιούργησε με βεβαιότητα την ευκαιρία για μια εκ των πραγμάτων ιδιωτικοποίηση με το προφανώς λαμπρό επίπεδο υπηρεσιών, κόστους, και ποιοτικής βελτίωσης.